Γενοκτονία των Ποντίων: Ημέρα μνήμης για τα 106 χρόνια – Τα μαρτυρικά γεγονότα
Η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού συνιστά ένα από τα πλέον αποτρόπαια εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, που συντελέστηκε σε τρεις κύριες φάσεις την περίοδο 1914–1923 από τους Νεότουρκους και αργότερα το κεμαλικό καθεστώς. Πρόκειται για ένα έγκλημα που στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 350.000 Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι ξεριζώθηκαν από τα πατρογονικά τους εδάφη, υπέστησαν βασανιστήρια, εξανδραποδισμούς, βιασμούς και εκτελέσεις, και εξαναγκάστηκαν σε πορείες θανάτου και στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Η 19η Μαΐου καθιερώθηκε ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων, σε αναγνώριση της ιστορικής αυτής τραγωδίας που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στην ιστορική συνείδηση του ελληνισμού.
Η ιστορική διαδρομή του Ποντιακού Ελληνισμού
Ο Ελληνισμός του Πόντου είχε παρουσία που μετρούσε χιλιετίες. Από την αρχαιότητα μέχρι τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο, και αργότερα υπό οθωμανική κυριαρχία, οι Πόντιοι αποτέλεσαν ένα ζωντανό κύτταρο του ελληνισμού, με ανεπτυγμένη γλώσσα, πίστη, παράδοση, οικονομική δραστηριότητα και πολιτισμό.
Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ποντιακός Ελληνισμός αριθμούσε περίπου 700.000 ψυχές, με ισχυρή κοινωνική και εκπαιδευτική παρουσία. Το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, τα εκατοντάδες σχολεία, εκκλησίες, θεατρικές λέσχες και εφημερίδες μαρτυρούσαν την πολιτισμική άνθηση των Ποντίων.
Η γενοκτονία: ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας
Η γενοκτονία των Ποντίων δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ένα συστηματικά οργανωμένο σχέδιο εθνοκάθαρσης που εξελίχθηκε σε τρία στάδια:
- 1η Φάση (1914–1916): Οι αρχικές διώξεις με αφορμή τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Με την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως σύμμαχος της Γερμανίας, τέθηκε σε εφαρμογή η πολιτική του εκτουρκισμού των πληθυσμών. Οι Νεότουρκοι, επηρεασμένοι από εθνικιστικές ιδέες, στοχοποίησαν τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς.
Οι άνδρες ηλικίας 15–45 ετών υποχρεώνονταν σε κατάταξη στα “Τάγματα Εργασίας” (Αμελέ Ταμπουρού), όπου ουσιαστικά στέλνονταν σε στρατόπεδα θανάτου. Δούλευαν σε καταναγκαστικά έργα υπό απάνθρωπες συνθήκες, χωρίς τροφή, ιατρική περίθαλψη ή μέσα προστασίας. Ελάχιστοι επέστρεψαν.
Παράλληλα, ξεκίνησαν εκτοπισμοί οικογενειών στα βάθη της Ανατολίας και της Συρίας, σε πορείες χιλιομέτρων, χωρίς νερό ή τροφή. Εκατοντάδες χωριά εκκενώθηκαν και χιλιάδες γυναικόπαιδα χάθηκαν στην πορεία.
Η παρουσία των Ρώσων στον Πόντο από το 1916 ανέκοψε προσωρινά το κύμα βίας, καθώς οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν την Τραπεζούντα και προστάτευσαν τον πληθυσμό. Όμως αυτή η ανάσα θα αποδειχθεί προσωρινή.
- 2η Φάση (1916–1918): Η κορύφωση των εκκαθαρίσεων και η πολιτική του τρόμου
Μετά τη ρωσική Επανάσταση του 1917 και την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων, το έδαφος ξανάγινε εχθρικό. Οι Νεότουρκοι εντείνουν τις εκκαθαρίσεις με εκτελέσεις, βιασμούς, λεηλασίες και απαγχονισμούς ηγετών των ελληνικών κοινοτήτων.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ κατήγγειλε επίσημα τις σφαγές, ενώ και ξένες διπλωματικές αποστολές (Αυστριακές, Αμερικανικές, Γερμανικές) κατέγραψαν εγκλήματα κατά των Ποντίων και απέστειλαν εκθέσεις για την κατάσταση.
Σύμφωνα με αναφορές του Επισκόπου Τραπεζούντας, τουλάχιστον 100.000 Έλληνες εξοντώθηκαν κατά την περίοδο αυτή.
- 3η Φάση (1919–1923): Η τελική λύση υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ
Η 19η Μαΐου 1919, ημερομηνία αποβίβασης του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, σηματοδοτεί την έναρξη της πιο αιματηρής φάσης της Γενοκτονίας.
Με εντολή του Κεμάλ, δόθηκε πλήρης εξουσία στον Τοπάλ Οσμάν, επικεφαλής των παραστρατιωτικών “τσετών”, για την εκκαθάριση των Ελλήνων του Πόντου. Μέσα σε λίγους μήνες, 394 χωριά και πόλεις, ανάμεσά τους η Σαμψούντα, η Μπάφρα, η Αμάσεια και η Κερασούντα, καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Σφαγές, βιασμοί, απαγωγές παιδιών για εξισλαμισμό και καταστροφή πολιτιστικών μνημείων ήταν καθημερινότητα.
Η πυρπόληση της Μπάφρας το 1920 και η σφαγή 6.000 Ελλήνων μέσα σε εκκλησίες και μοναστήρια ήταν από τις πιο αποτρόπαιες στιγμές της Γενοκτονίας.
Το 1921, περισσότεροι από 400 ηγέτες της ποντιακής κοινότητας οδηγήθηκαν στα Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας στην Αμάσεια και εκτελέστηκαν ως «προδότες». Ανάμεσά τους κληρικοί, δάσκαλοι, γιατροί και έμποροι.
Η “τελική λύση” ολοκληρώθηκε με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών του 1923. Όσοι επέζησαν των πορειών θανάτου και των σφαγών αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές εστίες, αφήνοντας πίσω τάφους, εκκλησίες και μια ιστορία χιλιάδων ετών.
Το αντάρτικο των Ποντίων: αγώνας επιβίωσης και αξιοπρέπειας
Αντιμέτωποι με τον αφανισμό, χιλιάδες Πόντιοι κατέφυγαν στα βουνά και οργάνωσαν αντάρτικες ομάδες, οι οποίες πολεμούσαν τις τουρκικές δυνάμεις με αξιοσημείωτη γενναιότητα. Υπολογίζεται ότι πάνω από 12.000 αντάρτες έδρασαν στον Πόντο, δίνοντας μάχες για τη ζωή, την τιμή και την πατρίδα τους. Παρά τις ελπίδες για ένα Ποντοαρμενικό κράτος ή βοήθεια από την Ελλάδα, οι διεθνείς συνθήκες τους άφησαν στο έλεος των διωκτών τους.
Η αναγνώριση και η ιστορική δικαίωση
Μετά από δεκαετίες σιωπής και αγώνων των απογόνων των Ποντίων, η Ελληνική Βουλή στις 24 Φεβρουαρίου 1994 ψήφισε ομόφωνα τον Νόμο 2193/1994, ο οποίος καθιέρωσε την 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ποντίων. Από τότε, κάθε χρόνο τιμάται ο μαρτυρικός αυτός Ελληνισμός, που όχι μόνο εξολοθρεύτηκε, αλλά και προσέφερε ανεκτίμητο πολιτισμικό και κοινωνικό πλούτο στη νέα του πατρίδα, την Ελλάδα.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν είναι απλώς πράξη δικαιοσύνης για τα θύματα και τους απογόνους τους· είναι χρέος της ανθρωπότητας απέναντι στην αλήθεια και την Ιστορία. Η διεθνής αναγνώριση του εγκλήματος αυτού από κράτη και οργανισμούς είναι απαραίτητη, για να μην επαναληφθούν παρόμοιες θηριωδίες.
Η μνήμη του Πόντου δεν σβήνει. Ζει στις παραδόσεις, στη γλώσσα, στα τραγούδια, στους χορούς, και στη συλλογική συνείδηση κάθε Έλληνα. Σήμερα, σκύβουμε το κεφάλι με σεβασμό και ευθύνη. Δεν ξεχνάμε.