Αγάπιος Γαβριηλίδης
Επικεφαλής Δημοτικής Κίνησης ΑΝΑ.Σ.Α
Η πρόσφατη τραγωδία στα Τέμπη, που σίγουρα είναι «ατυχές» να την δούμε απλά ως ατύχημα (δυστύχημα), δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Οι πολίτες ταλαιπωρούνταν διαχρονικά και οι εργαζόμενοι προειδοποιούσαν καιρό τώρα. Όμως, για τους κρατούντες, αυτά ήταν φωνή βοώντος εν τη ερήμω και όπως είναι γνωστό στην έρημο δε φυτρώνει τίποτα. Αυτή η έρημος διαμορφώνεται και συντηρείται επί χρόνια, στην κοινωνία και την πολιτική της χώρας, τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Δεν είναι παροδικό φαινόμενο, ούτε η κακιά στιγμή.
Οι πολίτες, σε άμυνα, παρακολουθούν άφωνοι την κατρακύλα. Οι μόνες φωνές που ευδοκιμούν είναι εκείνες, που έρχονται να αποσείσουν ευθύνες και να αποπροσανατολίσουν: από το «όλοι μαζί τα φάγαμε» μέχρι το «φταίμε όλοι» και από την «ατομική ευθύνη» μέχρι το «ανθρώπινο λάθος».
Τα Τέμπη θέτουν ξανά και επιτακτικά ένα βασικό ζήτημα που αφορά την κοινωνία στο σύνολο της: το ζήτημα των δημόσιων υποδομών. Ο σιδηρόδρομος, αν και αλλού αποτέλεσε πυρήνα και καταλύτη της προόδου και της ανάπτυξης, στην Ελλάδα ουσιαστικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Στην περιοχή μας δε, είναι πολλά χρόνια τώρα που δεν υφίσταται ούτε ως υποψία. Εδώ και πολύ καιρό η μόνη διέξοδος για την Κοζάνη κι όλη τη Δ. Μακεδονία είναι η οδική, οι δρόμοι.
Η συγκυρία των Τεμπών έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της φθίνουσας γέφυρας των Σερβίων. Υπολειτουργώντας για καιρό, τελικά η γέφυρα τέθηκε σε πλήρη αχρηστία, καθώς δεν υπάρχει περιθώριο για μια πιθανή νέα τραγωδία. Όχι μόνο ο δήμος Σερβίων και η Π.Ε. Κοζάνης κόβονται στη μέση, αλλά ολόκληρος ο οδικός άξονας που συνδέει τη Δ. Μακεδονία με τη νότια Ελλάδα. Η, μέχρι χθες ξεχασμένη, γέφυρα του Αιανής-Ρυμνίου δε λύνει το πρόβλημα, αλλά αντιθέτως το τονίζει.
Οι τοπικές κοινωνίες είναι οι πρώτες που ωφελούνται από την ύπαρξη ενός σοβαρού οδικού δικτύου και οι πρώτες που βλάπτονται από τέτοια υποβάθμιση. Φοιτητές, εργαζόμενοι, παραγωγοί, τουρισμός, εμπόριο, ασθενείς όλοι και όλα χρειάζονται δρόμους για να μεταφερθούν, να διακινηθούν, να λειτουργήσουν. Η ανάπτυξη δεν πρόκειται να έρθει χωρίς (ούτε τις βασικές) υποδομές.
Η συμμετοχή των πολιτών στη διεκδίκηση και την κινητοποίηση για όφελος της ίδιας της τοπικής κοινωνίας και η αλληλεγγύη μεταξύ τους και με τις γειτονικές κοινότητες είναι απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε να αναπτυχθούν πρωτοβουλίες και δράση με την ενεργό ανάμειξη όλων των κοινωνικών ομάδων και συντελεστών. Αυτή η συμμετοχή είναι η υγιής πολιτική που ενώνει και δεν διαχωρίζει. Δημιουργεί όραμα και ελπίδα. Αντιστέκεται στην απογοήτευση.
Η τοπική αυτοδιοίκηση είναι το πρώτο βήμα, η πύλη για τη συμμετοχή των πολιτών, του Δήμου, στα κοινά και την πολιτική. Όταν το κεντρικό κράτος υστερεί και οι συνθήκες πιέζουν, η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να αποτελέσει πόλο συσπείρωσης για τους πολίτες, να ενώνει και όχι να διαχωρίζει, έχοντας ως κριτήριο τις ανάγκες του τόπου και όχι ταμπέλες και περιχαρακώσεις. Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί και οφείλει να γίνει ξανά φορέας έκφρασης και εκπροσώπησης των πολιτών, δίνοντας με τη λειτουργία της νόημα στο όνομα της.