Την Δευτέρα 27 Μαρτίου στην αίθουσα του Συνδέσμου σε συνεργασία με τις εκδόσεις 24 γράμματα και με το βιβλιοπωλείο Αναγνώστου Ασυναγώνιστον παρουσιάσαμε το πολύ ωραίο βιβλίο της συμπατριώτισσάς μας Ελένη Χ. Γκόρα “Το βλέμμα του λύγκα” που, όπως τονίστηκε από τους παρουσιαστές, αλλά και από τη συγγραφέα διαπραγματεύεται τις ανθρώπινες σχέσεις και αφιερώνεται στις ζωές μας. Στο βιβλίο ηθογραφούνται πολλοί ήρωες, κυρίως γυναίκες και το βαθύτερο μήνυμά του είναι πως όλοι μας πρέπει να ζούμε τις μικρές μας στιγμές και να απολαμβάνουμε τις μικρές μας γιορτές και χαρές, στηρίζοντας τις σχέσεις μας στη ανθρωπιά, την ειλικρίνεια και την εντιμότητα.
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε εκ μέρους του Συνδέσμου τους πολλούς συμπολίτες μας που παραβρέθηκαν στην παρουσίαση, την Αναστασία Κολωνιάρη για την εμπεριστατωμένη εισήγηση, τις κυρίες Βασιλική Ευταξία, Χαρά Καραλιόλιου και Όλγα Τσιφοπούλου για την εκφραστική και παραστατική ανάγνωσή τους και τα μέλη της Παραδοσιακής χορωδίας που τραγούδησαν τέσσερα όμορφα τραγούδια της Αγάπης. Ευχαριστούμε τέλος το grevenapress και τα Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας και το mygrevena που κάλυψαν την εκδήλωσή μας και όλα τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα του προβάλλουν τις δραστηριότητές μας.
Το βιβλίο διατίθεται από το βιβλιοπωλείο Ασυναγώνιστον και αξίζει να το διαβάσετε…
Ακολουθεί η εισήγηση του κ. Στέργιου Πουρνάρα.
Ελένη Χ. Γκόρα,Το βλέμμα του λύγκα, Εκδόσεις 24 γράμματα, 2022
Επίμετρο: Σταύρος Ευάγγ. Καμαρούδη
Η Ελένη χ. Γκόρα έγραψε μία πολύ ενδιαφέρουσα και συναρπαστική νουάρ νουβέλα, όπως την αποκαλεί η ίδια σε άρθρο της στο περιοδικό Together, στο οποίο είναι συνεργάτης, που εξαρχής σε αιχμαλωτίζει και δεν θέλεις με τίποτα να διακόψεις το διάβασμα, γιατί η ροή της αφήγησης σε μαγνητίζει και επιθυμείς να μάθεις τη συνέχεια των δρωμένων και τη μοίρα των ηρώων. Τα πιο σίγουρα κριτήρια για να χαρακτηρίσεις ένα λογοτεχνικό βιβλίο καλό και ενδιαφέρον είναι να μην το βαριέσαι και να σε κρατάει σε αγωνία μέχρι το τέλος, δημιουργώντας πολλά ερωτηματικά. Σας διαβεβαιώνω μετά λόγου γνώσεως ότι το βιβλίο της Ελένης πληροί με το παραπάνω αυτά τα κριτήρια και επιπλέον διαπραγματεύεται μία ποικιλία θεμάτων με πολύ έξυπνη πλοκή, με ρέοντα λόγο, με ρεαλισμό και με ρομαντισμό και με ποικιλία αφηγηματικών τρόπων και εκφραστικών μέσων. Είναι μια ανατομία των ανθρωπίνων σχέσεων, τόσο των νέων, συνομηλίκων της συγγραφέως, όσο και των ηλικιωμένων από το 1960 μέχρι τις αρχές του αιώνα μας με διεισδυτική και διαπεραστική ματιά σαν το βλέμμα του λύγκα.
Ας ξεκινήσουμε όμως από την αισθητική του βιβλίου και τον τίτλο του. Το βλέμμα και τα χνάρια του λύγκα αυτού του σπάνιου στις μέρες μοναχικού και ανεξάρτητου αιλουροειδούς, που ήταν ο καλύτερος κυνηγός των ελληνικών δασών σε όλες τις ψηλές κορφές της χώρας μας, από την Πάρνηθα μέχρι το όρος Λύγκος και την αρχαία Λυγκηστίδα στην Φλώρινα και στο δικό μας όρος τον Όρλυγκα που σημαίνει το όρος του λύγκα, κυριαρχεί στα εξώφυλλα, αλλά και στις σελίδες του βιβλίου. Πολύ διαφωτιστικό για αυτό το μονήρες θηλαστικό, για τις συνήθειες και για τις ξεχωριστές του κυνηγετικές ικανότητες είναι το κατατοπιστικό επίμετρο του καθηγητή Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Διδακτικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας στο Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στη Φλώρινα Σταύρου Ευαγγέλου Καμαρούδη ο οποίος με επιστημοσύνη παραθέτει πολλά γλωσσολογικά, μυθολογικά, λαογραφικά και επιστημονικά στοιχεία για το πιο μαχητικό, άγριο, έξυπνο και προνοητικό θηλαστικό, με την πολύ ανεπτυγμένη όρασή του που μπορεί να δει το θήραμά του μέχρι και εξακόσια μέτρα μακριά και ανάμεσα στα φυλλώματα. Επομένως ο τίτλος είναι πολύ επιτυχημένος και συμβολικός και παραπέμπει στην αρχαία φράση «όμμα λυγκός » και στον μυθικό ήρωα Λυγκέα με την οξυδερκή όρασή του. Κατά τη γνώμη μου και η συγγραφέας, αλλά και ο κάθε καλός συγγραφέας με το οξυδερκές βλέμμα τους σκιαγραφούν, ηθογραφούν και αποκαλύπτουν τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων τους και τις ανθρώπινες σχέσεις με τις θετικές και τις αρνητικές τους πλευρές και σίγουρα μοιάζουν με τον λύγκα και στον ανεξάρτητο και μοναχικό βίο τους.
Η Ελένη λοιπόν, όπως η ίδια ομολογεί στο προαναφερθέν άρθρο στο Περιοδικό Together, το καλοκαίρι του 2021 επισκέφτηκε με φίλους και φίλες τη Φλώρινα και διέμεινε στο ξενοδοχείο The Lynx. Εκεί συνέλαβε την ιδέα να γράψει μια νουβέλα και έκανε τα πρώτα της βήματα σημειώνοντας πρόχειρα της ιδέες της σε χαρτί. Αξιοποιώντας σιγά σιγά και σε μια περίοδο που δεν είχε και πολύ ελεύθερο χρόνο, καθώς εργαζόταν σκληρά για το διδακτορικό της, τόσο τις εμπειρίες της, όσο και τις αφηγήσεις διαφόρων ανθρώπων έγραψε, θέτοντας υπό αυστηρή πειθαρχία τον εαυτό της, «Το βλέμμα του λύγκα » που το αφιερώνει στις ζωές μας, τις ζωές δηλαδή όλων των ανθρώπων του χθες και του σήμερα που ζωντανεύουν μέσα από τους ήρωές της.
Η συγγραφέας δόμησε το υλικό της και τη μυθοπλασία της με πολύ έξυπνο τρόπο και εξέπεμψε το μήνυμά της στα τελευταία κεφάλαια, αν και σε πολλά σημεία από την αρχή ήταν εμφανές: οι γυναίκες δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν παθητικά την κατάστασή τους και την αιχμαλωσία τους από τους άντρες σαν γάτες του σαλονιού ή σαν πιστά σκυλάκια, αλλά θα πρέπει να διατηρούν την ελευθερία τους και την ανεξαρτησία τους και να τιμωρούν, όπως και ο λύγκας. Στη νουβέλα είναι ευδιάκριτοι οι δύο κόσμοι: ο κόσμος των νέων κοριτσιών από την Κοζάνη, της Λυδίας, που είναι και πρωταγωνίστρια και έχει δυσκολίες να βρει ερωτικό ταίρι, της Νόρας και της Αθηνάς, που είναι ζευγάρι και της Μένιας που είναι ερωτικά άστατη. Από την άλλη προβάλλει ο κόσμος των ενηλίκων, της Ουρανίας η οποία προέρχεται από μία φτωχή αλλά προοδευτική με ηθικές αξίες προσφυγική οικογένεια που ενδιαφέρεται για την ευτυχία της η οποία στόχευε σε έναν καλό γάμο και του Αντώνη, γόνο μιας πατριαρχικής, πολύ συντηρητικής αλλά ευκατάστατης οικογένειας από τη Λάρισα που πάνω από όλα βάζει την περιουσία και την προίκα και είναι πειθήνια στα κελεύσματα του αρχηγού της Γιάννη, του πατέρα του Αντώνη. Το παρόν και το παρελθόν της ελληνικής κοινωνίας είναι ισομερώς κατανεμημένο στο αφήγημα, ενώ το μέλλον που το αντιπροσωπεύουν ο Γιάννης, ο γιος του Αντώνη και της Ουρανίας, η γυναίκα του η Κλέλια και η κόρη τους η Ροζαλία τα γενέθλια της οποίας πήγαν να γιορτάσουν το καλοκαίρι στο όμορφο ξενοδοχείο της Φλώρινας όλοι οι συγγενείς μαζί, ύστερα από την πρόταση του παππού Αντώνη. Στο ίδιο ξενοδοχείο βρέθηκαν τυχαία και οι φίλες από την Κοζάνη για αναψυχή και η Λυδία είχε μία γνωριμία – επαφή το βράδυ με τον Αντώνη, πριν την δολοφονία του στον δρόμο προς τα Μπίτολα…
Σας έβαλα λίγο στο κλίμα της νουβέλας αλλά δεν πρόκειται να σας αφηγηθώ λεπτομέρειες, για να έχετε αγωνία όσοι θα διαβάσετε το βιβλίο. Θα σας πω όμως, γιατί αξίζει να διαβάσετε αυτό το βιβλίο. Όλη η μυθοπλασία εξυφαίνεται σε δεκατέσσερα κεφάλαια και η δράση αρχίζει από το παρόν, το αστυνομικό τμήμα όπου η Λύδια πήγε να καταθέσει για τη δολοφονία, τα γενέθλια στο ξενοδοχείο της Φλώρινας The Lynx και την πρώτη γνωριμία με την παρέα των κοριτσιών. Στη συνέχεια με ένα flash back, μια μεγάλη αναδρομή στο παρελθόν από το 1960 στο Βόλο και στη Λάρισα αναφέρεται στη γνωριμία της Ουρανίας με τον Αντώνη, τον τρυφερό έρωτά τους στην αρχή και τον προβληματικό γάμο τους στη συνέχεια, μετά την αποκάλυψη της παράνομης σχέσης του Αντώνη και τον συμβιβασμό της Ουρανίας για το καλό του παιδιού της Γιάννη ο οποίος σε αντίθεση με τον πατέρα του είχε μάθει να είναι ειλικρινής και έντιμος. Στα τελευταία πέντε κεφάλαια η αφήγηση επιστρέφει και πάλι στο παρόν και να ολοκληρώσει έτσι με ένα σχήμα κύκλου τη λύση του μυστήριου φόνου που τελικά παρέμεινε αινιγματικός, καθώς η Λυδία απέκρυψε σημαντικά στοιχεία. Με αυτή λοιπόν την έξυπνη διάρθρωση η αγωνία είναι παρατεταμένη μέχρι την τελευταία σελίδα.
Διαβάζοντας το βιβλίο μας αποκαλύπτονται οι δύο διαφορετικοί κόσμοι: ο κόσμος των νέων κοριτσιών που η συγγραφέας τον γνωρίζει πολύ καλά και παρουσιάζει πολύ εύστοχα το ήθος και το ύφος του, με τη νεανική γλώσσα που γέμει από ξενισμούς, όπως και η γλώσσα των νέων λόγω της εισβολής ξένων όρων (tinder, facebook, messenger, instagram κ. ά.), με τις επαγγελματικές τους ανησυχίες και δυσκολίες, τις πρωτόγνωρες ερωτικές και σεξουαλικές σχέσεις, τον τρόπο διασκέδασης και την ανάγκη για χαλάρωση και αναψυχή και την ανάγκη για πραγματική φιλία. Ένας κόσμος γεμάτος με ρεαλισμό, χωρίς όμως να απουσιάζει και ο ρομαντισμός. Από την άλλη ο κόσμος των ενηλίκων είναι γεμάτος από προλήψεις και δεισιδαιμονίες, προκαταλήψεις (για τη θέση της γυναίκας, τη σχέση των ντόπιων με τους πρόσφυγες, την ευτυχία και τον πλούτο), παθητικότητα και εθελοδουλία. Δεν λείπουν βέβαια και η πραγματική φιλία, όπως η φιλία της Ουρανίας με την Στεφανία που κράτησε μια ολόκληρη ζωή, η ζεστή οικογενειακή ατμόσφαιρα στην οικογένεια της Ουρανίας, σε αντίθεση με την οικογένεια του Αντώνη που επικρατούσε ο φόβος και η ψυχρότητα. Αυτό τον κόσμο με τον οποίο η Ουρανία αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, στο τέλος τον απορρίπτει και θα προσπαθήσει να μάθει στην εγγονή της να μη φοβάται και να κυνηγήσει την ευτυχία της με τόλμη και χωρίς συμβιβασμούς. Πρέπει να τονιστεί ότι η συγγραφέας δεν είναι επικριτική με τους ήρωές της και δεν τρέφει μίσος για τους άντρες. Προσπαθεί πάντα να ανιχνεύσει τα αίτια των αρνητικών συμπεριφορών και τονίζει ότι τόσο οι άντρες, όσο και οι γυναίκες πρέπει στις σχέσεις τους να είναι άνθρωποι, ειλικρινείς και έντιμοι.
Η πιο συγκλονιστική σκηνή διαδραματίζεται στο προτελευταίο κεφάλαιο με τον τίτλο Πρόσωπο με πρόσωπο. Εκεί η παράνομη ερωμένη και τραγουδίστρια Μπέτυ Μπένου, την οποία με περισσό θράσος έχει καλέσει ο Αντώνης να τους διασκεδάσει στα γενέθλια της εγγονής, θα καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τη νόμιμη σύζυγο την Ουρανία και σαν δύο αδελφές ψυχές και οι δύο θύματα του ίδιου άνδρα, θα ζητήσει συγγνώμη που της προκάλεσε τόσο κακό, καταστρέφοντας και τη δική της ζωή, αφού ήταν υποχείριο του Αντώνη που είχε εξοφλήσει το χρέος της. Όμως της εξομολογήθηκε ότι από εδώ και πέρα θα είναι και οι δύο ελεύθερες και ανεξάρτητες, γιατί είχε ενεργοποιηθεί η τιμωρία του. Δεν είναι τυχαίο που αμέσως μετά ακολουθεί η σκηνή με το κυνήγι του λύγκα που έχει ιδιαίτερη αδυναμία στις αλεπούδες και τα τρωκτικά και αποτελεί προσήμανση για τον θάνατό του. Έτσι ο Αντώνης, που όλη του τη ζωή έζησε μια διπλή ζωή, του καλού οικογενειάρχη ως Αντώνης από τη μια αλλά και του παράνομου εραστή και τοκογλύφου και εκβιαστή ως Τόνυ από την άλλη, πληρώνει με τη ζωή του από τους ανθρώπους που έβαλε η Μπέτυ και η δολοφονία του παρέμεινε ανεξιχνίαστη, αφού καμία από τις τρεις γυναίκες που ήξεραν δεν μίλησαν.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στον πολύ ωραίο λόγο που προσαρμόζεται ανάλογα με την ηλικία, το πνευματικό επίπεδο και τη γεωγραφική περιφέρεια, την πολύ ελκυστική αφήγηση με κυρίαρχο το γ’ πρόσωπο που προσδίδει αντικειμενικότητα, τις πολύ παραστατικές περιγραφές με τις όμορφες εικόνες, τους φυσικούς και πολύ επιτυχημένους διαλόγους και την εναλλαγή των σκηνών και των πλάνων με κινηματογραφικό τρόπο. Η νουβέλα της Ελένης Χ. Γκόρα είναι συναρπαστική, με διεισδυτική γραφή και θα μπορούσε στα χέρια ενός έμπειρου σκηνοθέτη να γίνει μια εξαίρετη κινηματογραφική ταινία, όπως επεσήμανε και ο καθηγητής Σταύρος Ευαγγέλου Καμαρούδης. Αξίζει λοιπόν να διαβαστεί και εύχομαι να είναι καλοτάξιδη…